ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΑ ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΑ ΣΤΗ ΝΟΤΙΑ ΚΥΝΟΥΡΙΑ - ΝΤΙΝΑ ΒΙΤΖΗΛΑΙΟΥ

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΑ ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΑ ΣΤΗ ΝΟΤΙΑ ΚΥΝΟΥΡΙΑ - ΝΤΙΝΑ ΒΙΤΖΗΛΑΙΟΥ

2 Δεκεμβρίου 2011

Οι υπαίθριες ντομάτες του Δεκέμβρη






"ΕΛΠΙΔΑ" 
Αυτή είναι η ονομασία της ντομάτας που στολίζει μέσα στο καταχείμωνο,
 τον νοικοκυρεμένο και εύφορο κάμπο του Λεωνιδίου.





 Σε αυτόν τον τόσο παραγωγικό  τόπο, ευδοκιμούν σχεδόν όλα τα ζαρζαβατικά 
και οι αγρότες του Λεωνιδίου - που αυτή την εποχή βρίσκονται σε πλήρη δράση-
φροντίζουν ώστε να μη μένει  ούτε σπιθαμή εδάφους ανεκμετάλευτη.

































ΟΙ ΚΗΠΟΥΡΟΙ ΤΟΥ ΛΕΩΝΙΔΙΟΥ

Απόσπασμα από το άρθρο
 "ΤΑ 150 ΧΡΟΝΙΑ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ ΛΕΩΝΙΔΙΟΥ 1850-2000"
του πρωτοπρεσβύτερου Νικόλαου Μ. Καμβύση 
(δημοσιεύτηκε στα  "Χρονικά των Τσακώνων"  Τόμος ΙΗ , Αθήνα 2004-2005)



Ένα συμβόλαιο του 1930, που έγραφε το επάγγελμα ενός συναλλασσομένου «κηπουρού», 
µου έδωσε την αφορμή να ρωτήσω και να μάθω για την προσφορά κι εργασία 
αυτής της ομάδας. Οι προεστοί που ήσαν διαχειριστές και εισέπρατταν τους φόρους επί Τουρκοκρατίας, 
έγιναν μετά κτηματίες και ιδιοκτήτες.Οι ομάδες των γεωργών και εργατών παρέμειναν στα χέρια τους.
Στην αρχή καλλιέργησαν το αμπέλι, η φυλλοξήρα όμως του 1870, τους ανάγκασε
να το εγκαταλείψουν και να καλλιεργήσουν την ελιά, µε την προτροπή γαμπρών που ήρθαν από την Κεφαλλονιά. Το λάδι της παραγωγής τους ικανοποιούσε οικονομικώς, λόγω του ότι είχε µια σταθερή τιμή. Μια αποθήκη λαδιού ενός αρχοντόσπιτου, του Βουγά,
μπορεί να µας δώσει τις πληροφορίες, πόση σημασία και αξία έδιναν στο λάδι.
 Έξι μεγάλα κιούπια των πεντακοσίων οκάδων
και στη μέση ένα μεγάλο μέσα στο χώμα, σαν λάκκος ασφαλείας, 

διατηρούσε δροσερό και υγιεινό περιβάλλον.Παράλληλα οι κτηματίες-νοικοκυραίοι διατηρούσαν κήπους (λαχανόκηπους) για τις ανάγκες της οικογενείας τους. Επειδή το έδαφος ήταν και είναι γόνιμο,

περίσσευαν λαχανικά και τα πουλούσαν στις δυο πλατείες µε τα γαϊδουράκια τους,
µε γεμάτα τα καλάθια, λαχανικά και φρούτα.
Φορώντας µια μακριά ποδιά µε µια τσέπη για τα κέρματα κρατούσαν την παλάντζα.

 Ο ίσκιος και στις δυο πλατείες, Χαρμαντά και Χασάπικα
ξεκούραζε τους κηπουρούς κι ευνοούσε τη συναλλαγή µε τους πελάτες. 

Στην τρίτη γενιά κατάφεραν οι εργατικοί αυτοί κηπουροί να γίνουν ιδιοκτήτες
και να πάρουν τον τίτλο του περιβολάρη-επιχειρηματία.
Εκτός από την τοπική αγορά, τροφοδοτούσαν την αγορά των Σπετσών,Ύδρας και Πειραιά.

 Μια πανέξυπνη και δραστήρια περιβολάρισσα ανακάλυψε ότι τα αχλάδια,
χειμωνιάτικα και κρυστάλλια ή νερουλά ήσαν ικανά, 

τα µεν χειμωνιάτικα να τ' αγοράσουν τα ζαχαροπλαστεία για κομπόστες,
τα δε κρυστάλλια τα ζητούσαν στην Αλεξάνδρεια σαν φρούτα περιωπής,
αποκομίζοντας έτσι τεράστια οικονομικά οφέλη. Αργότερα δε τα κρυστάλλια
τα απορροφούσε και η αγορά του Πειραιά.

 Η προτεραιότητα στα φρούτα αυτά έφτασε μέχρι το 1950 που τα δέντρα κορέσθηκαν,
τα έπνιξαν διάφορες ασθένειες και τα ανταγωνίστηκαν άλλα φρούτα
στην αγορά, όπως τα ροδάκινα. Την εποχή εκείνη ένας προοδευτικός περιβολάρης καλλιέργησε πορτοκαλιές,

 τα λεγόμενα ομφαλοφόρα Καλιφόρνιας.Παράλληλα δε καλλιέργησαν τη φημισμένη μελιτζάνα. 
Τα προϊόντα αυτά κράτησαν την προτεραιότητα μέχρι σήμερα. 
Μια περισπούδαστη ομιλία ενός προέδρου του συνεταιρισμού, του Τριαντάφυλλου Σαρρή,
 που δημοσιεύτηκε στην πρόσφατη «Κυνουρία» μπορεί κι αυτή να καταγραφεί στα πρακτικά
και να καλύψει όλο το φάσμα της δραστηριότητας των κηπουρών,
επιχειρηματιών περιβολάρηδων του Λεωνιδίου. Για να δείξω τη σπουδαιότητα
και δραστηριότητα των κηπουρών, θ' αναφερθώ σε δυο πράγματα. 
Πρώτον: Όταν άνοιξε ο δρόμος Λεωνιδίου Άστρους, το 1957 το Μάρτιο μήνα,
 τον Ιούλιο και Αύγουστο στο φόρτε της παραγωγής περνούσαν κάθε μέρα από το Άργος
 18 με 20 φορτηγά αυτοκίνητα τροφοδοτώντας την αγορά Αθηνών - Πειραιώς. 
Οι Αργίτες εξεπλάγησαν και διερωτήθηκαν πού είναι αυτό το μέρος με τόση παραγωγή
 που εμείς μ' έναν τεράστιο κάμπο κινδυνεύουμε να στείλουμε 10 αμάξια στην αγορά. 
Μερικοί περίεργοι επισκέφτηκαν τον κάμπο του Λεωνιδίου και διαπίστωσαν
την εντατικότητα και την πρωτοβουλία στις καλλιέργειες. 
Φώναξαν μαζί:"Μας νικήσατε Τσάκωνες", σαν τους παλιούς Δωριείς στη μάχη στα Μνήματα. 
Δεύτερον: Κάποιος γεωπόνος, Χρήστος Ξανθάκος από τη Λακωνία,
 κάλεσε τους συμπατριώτες του να πάρουν μάθημα «κηπουρικής δεοντολογίας»,
 καλλιέργειας ντομάτας και σήμερα όλος ο κάμπος της Σκάλας και των γύρω χωριών
 οικονομικά ενισχύθηκε απ' αυτή την καλλιέργεια. 

Κλείνοντας το οδοιπορικό αυτό, σας εύχομαι ολόψυχα,
 να διατηρήσετε την αγάπη σας προς τα περιβόλια σας, που τα 'χετε ποτίσει με ιδρώτα 
και να είστε πάντοτε ένα φωτεινό παράδειγμα για τις καλλιέργειες.



~~~~~~~~~~~~~~~~~


10 Νοεμβρίου 2011

Με το ποδήλατο στον Κοσμά..




  Ο Μύρωνας είναι 30 ετών, ζεί και εργάζεται στην Αθήνα και εδώ και ένα χρόνο αποφάσισε,
για πρακτικούς και οικονομικούς λόγους, να μετακινείται στη πόλη με το ποδήλατο.
Σιγά σιγά κατάλαβε ότι το ποδήλατο δεν είναι μόνο ένας πρακτικός τρόπος μετακίνησης ,
αλλά και ένα εξαιρετικό μέσον για να απολαμβάνεις την φύση.
Τα 40 χλμ. ανηφορικού δρόμου μέχρι τον Κοσμά ήταν μιά τολμηρή απόφαση ,
αλλά τα κατάφερε και η υπέροχη  διαδρομή μέχρι το όμορφο χωριό,
 σε υψόμετρο 1150 μέτρα, τον αντάμειψε.





































































28 Οκτωβρίου 2011

Το εμπορικό "Μπακαλούμου" 1870-1936. Ο γίγας του Λεωνιδίου


Αυτό το κτίριο είναι ότι απέμεινε από το θρυλικό για την εποχή του,
εμπορικό του Παναγιώτη Τσουκάτου, γνωστού ως "Μπακαλούμου"


Η κυρία Άννα Χείλαρη -μικρό κοριτσάκι τότε - 
κοιτάζει το τελευταίο απομεινάρι από το πολυκατάστημα  
και το μόνο που θυμάται  είναι το πλήθος από υπαλλήλους,
 που απασχολούνταν στα διάφορα τμήματα του. 


Ο ιδρυτής και ψυχή του πολυκαταστήματος,
 Παναγιώτης Τσουκάτος ή "Μπακαλούμος" 
με καταγωγή από τον Τυρό.






"Γίγαντα του Λεωνιδίου", αποκάλεσε το κατάστημα του Μπακαλούμου,
ο χρονικογράφος  Μιχάλης Σκαραντάβος,
σε ένα άρθρο του που δημοσιεύθηκε το 1972,
στην εφημερίδα "Κυνουριακή Γωνιά".

Αναφέρει ανάμεσα σε άλλα:

  "..Η φήμη του Μπακαλουμέικου, έφτανε ώς και σε αυτή την μακρινή Αμερική. 
Πασίγνωστο στον εμπορικό κόσμο της Μαρσίλιας, της Οντέσσας, της Βάρνας, 
της Αλεξάντριας, της Πόλης και της πανέμορφης Σμύρνης...
..Απέραντοι χώροι, στεγασμένοι ή όχι, 
βαρυοφορτωμένοι με λογής λογής πραμάτειες.
Το μεγαλοκατάστημα ήτανχωρισμένο σε σειρά από τμήματα.
Εμπορικό, ξυλεία, άλευρα, γραφικά,
σχολικά, σιδηρικά, οικοδομικά, μπακαλική,
υποδηματοποιείο, υαλικά, ποτοπωλείο και μπαχαρικά,που έπνιγαν με τα μεθυστικά τους αρώματα, όλους εκείνους τους τεράστιους χώρους του μαγαζιού..."








~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~


Και το σπουδαιότερο όλων..

Το πολυκατάστημα διέθετε και τραπεζικό τμήμα!!




Πολλοί ήταν εκείνοι ,
που εμπιστεύονταν τις οικονομίες τους
στον Μπακαλούμο
και βεβαίως εκεί εξαργυρώνονταν
και τα τσεκ που έρχονταν,
από τους μετανάστες  της Αμερικής.






Από γενιά σε γενιά μεταφέρονται μνήμες από τις δραστηριότητες του Μπακαλούμου.
Απ ότι φαίνεται λοιπόν το κατάστημα, εκτεινόταν σε πολλά τετραγωνικά μέτρα, με  διάφορα τμήματα και ανάλογους υπαλλήλους σε κάθε του τμήμα.
Στην περιοχή του κάμπου προς την Πλάκα, ο Παν.Τσουκάτος διατηρούσε χοιροστάσια και άλλα ζώα των οποίων εμπορευόταν το κρέας.
Τον καφέ τον εισήγαγε κατ ευθείαν από την Βραζιλία.
Ακόμη ήταν αποκλειστικός αντιπρόσωπος στρατιωτικών ειδών απο το εξωτερικό, με τα οποία προμήθευε τότε, τον ελληνικό στρατό.









~~~~~~~~~~~~~~~~~

Και συνεχίζει ο Μ.Σκαραντάβος..

" ..Τα καραβάνια με τα αλογομούλαρα ξεκινούσαν νύχτα από τα χωριά τους.
 Ένα από τον Κοσμά, κι ένα άλλο από το ολόδροσο Παληοχώρι.
Και τα δύο πολύχρωμα ,πλουμιστά και λουσάτα.
 Ενα τρίτο ερχόταν από τα Μαριοχώρια.Οι Γαρατζιώτες, οι μυλωνάδες, οι νεροτριβιάρηδες ...
..Νάτο και το τέταρτο καραβάνι.
 Ροβολάει καμαρωτό τις Μελανιώτικες κορδέλλες , φάτσα στους Αγίους Πάντες.
Τούτο το τελευταίο είναι και το πιό μπιχλιμπιδωτό. Με τα πανώρια φακιόλια οι όμορφες Τσακωνοπούλες, τις πολύχρωμες γαιτανοποδιές και κείνα τα ανάλαφρα πασουμάκια τους,
 που δίνανε φτερά στα λιγνοπόδαρά τους.
Οι λευκοπουκαμισσάδες , με την αλατζαδένια κοντοφουστανέλλα που τόση λεβεντιά τους χάριζε,
 που την τόνιζαν και κείνα τα κοντά μαυρομάντηλα στημένα με ιδιαίτερη φροντίδα στην κεφαλοκορφή τους.
 Ήταν οι Τυριώτες,οι Σαπουνακιώτες, οι Περαμελανιώτες, όλο το "βερυ-ταμπλ" της Τσακωνιάς..."


"..Με  εκείνο το απίθανα τρανό μαγαζί, γίνονταν μεγάλο και ονομαστό το Λενίδι μας.
Κι ήταν ο κυρ Παναγιώτης πάντοτε ήρεμος.
 Πράος από φυσικού του, μέλι έτρεχε από το στόμα του στα χίλια τόσα καλωσορίσματα της κυριακάτικης δουλειάς.
Γνώριζε όλο εκείνο το αναρίθμητο πλήθος με τα μικρά τους ονόματα και ήξερε την κατάσταση που επικρατούσε στο σπίτι του καθενός.
 Ένώ οι χαιρετούρες δεν είχαν τελειωμό, τα μάτια του παρακολουθούσαν και το παραμικρό στην κοσμοχαλασιά που έφερνε η πρωινή εκείνη πελατεία.
Τίποτα δεν του ξέφευγε.
Όλοι τον αγαπούσαν. Οι ξένοι , οι γειτόνοι, οι πελάτες,
 η Τσακωνιά, το Λενίδι.
Προ παντός αυτό , δεν θα ξεχάσει ποτέ , τον αγνό εκείνο και τόσο δημιουργικό άνθρωπο..
Και ασφαλώς δεν θα ξεχάσει και εκείνα τα τόσο γραφικά καραβάνια, που τις Κυριακάδες και τις γιορτάδες,
 έκαναν να ομορφαίνει το Λενίδι μας και να μας πλημμυρίζει από ζωντάνια."


~~~~~~~~~~~~~~~


Πολλά χρόνια αργότερα, ο λαογράφος και ιστορικός Θανάσης Κωστάκης  (1907-2006),
θα γράψει στο άρθρο του " ΜΝΗΜΕΣ" :

"..Το μεγαλύτερο κατάστημα την εποχή εκείνη, ήταν του Μπακαλούμου..
Ήταν πάντοτε γεμάτο, προπάντων όμως τις Κυριακές, όταν πλημμύριζε από πελάτες,
 από τους γύρω δήμους-Λιμναίων, Μαριού και Σελινούντος.
..Πολλοί έρχονταν από τα Μέλανα, Πραγματευτή, Τσιτάλια, Πούλιθρα, Κοσμά, Αη Βασίλη..
Λιγώτεροι οι Τυριώτες -ήταν πιο μακριά αυτοί- τους βλέπαμε από το χωριό να περνούν ψηλά από τον δρόμο της εκκλησίας και όχι από την παραλία που ήταν μακρύτερα.
..Στόλιζαν τα σαμάρια των ζώων τους με καθαρές μαντανίες, συζητούσαν δυνατά και όταν ήταν μόνοι τους και ταξίδευαν νύχτα, τα τραγούδια τους ακούγονταν μέχρι το χωριό.
Εψώνιζαν τα πάντα από το Λενίδι...
Οι ταβέρνες του Λενιδιού βρίσκονταν προς τα πάνω, εκεί προς του Μπακαλούμου και κανείς αν ήθελε, δεν έμενε νηστικός..."




Πράγματι, γύρω από το κτίριο του Μπακαλούμου υπήρχαν διάσπαρτες ταβέρνες  και καπηλειά .Σε κάποια μέρη στους τοίχους, υπάρχουν ακόμη οι χαλκάδες που έδεναν τα μουλάρια τους οι πελάτες του μαγαζιού, μέχρι να ολοκληρώσουν τις αγορές τους.
Ο πάνω όροφος του κτιρίου αποτελούσε την κατοικία της οικογένειας Μπακαλούμου.



Το εσωτερικό του σπιτιού όπως είναι σήμερα.







 Η θέα από το μπαλκόνι του σπιτιού


Κάτω από το μαγαζί υπήρχε υπόγεια στοά με αποθήκες, 
η οποία αποτελούσε ένα πέρασμα για ανθρώπους
 και ζώα προς την κάτω μεγάλη πλατεία.



~~~~~~~~~~~~~~~~~


Ο Παναγιώτης Τσουκάτος είχε παντρευτεί την Άννα Γεωργίτση 
από το Λεωνίδιο και απέκτησαν δύο κόρες την Ρήνα και την Έλλη


Η Ρήνα παντρεύτηκε  τον  Ι.Παπαμιχαλόπουλο και η Έλλη 
τον Ευάγγελο Τόγια, από την Κάρυστο της Εύβοιας. 
Και οι δύο προέρχονταν από οικογένειες εφοπλιστών.
Ο Ευάγγελος Τόγιας μάλιστα, ανάμεσα σε άλλα, είχε αγοράσει και το θρυλικό
 ατμόπλοιο "Μοσχάνθη" το οποίο αλώνιζε για πάρα πολλά χρόνια τις Κυκλάδες.
Το 1948 δρομολογεί ένα ακόμη πλοίο το "Κωστάκης Τόγιας" 
που έφερε το όνομα του γιού τους Κωνσταντίνου .
Ο μικρός Κωστάκης ένα χρόνο μετά , έχασε την ζωή του, 
πέφτοντας από την σκάλα  του πλοίου που είχε το όνομά του.


Η Άννα Τσουκάτου με τους γαμπρούς της Γιάννη Παπαμιχαλόπουλο
και Ευάγγελο Τόγια.Ο Γιάννης Παπαμιχαλόπουλος ανέλαβε
να συνεχίσει την επιχείρηση του Παναγιώτη Τσουκάτου.
Πολύ σύντομα όμως επήλθε το άδοξο τέλος του Μπακαλουμέικου.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Ευχαριστώ πολύ για την βοήθειά τους,
τον κ. Κώστα Τροχάνη απο τον Δήμο Λεωνιδίου
και τον φιλόλογο και προϊστάμενο του τοπικού Ιστορικού Αρχείου, κ.Αριστείδη Κορολόγο.

Ο κ.Αριστείδης Κορολόγος στριμωγμένος ανάμεσα σε ντάνες από χαρτιά και φακέλλους,
 που κλείνουν μέσα τους, την τόσο μακρόχρονη και σημαντική ιστορία αυτού του τόπου.