Αυτό το κτίριο είναι ότι απέμεινε από το θρυλικό για την εποχή του,
εμπορικό του Παναγιώτη Τσουκάτου, γνωστού ως "Μπακαλούμου"
Η κυρία Άννα Χείλαρη -μικρό κοριτσάκι τότε -
κοιτάζει το τελευταίο απομεινάρι από το πολυκατάστημα
και το μόνο που θυμάται είναι το πλήθος από υπαλλήλους,
που απασχολούνταν στα διάφορα τμήματα του.
Ο ιδρυτής και ψυχή του πολυκαταστήματος,
Παναγιώτης Τσουκάτος ή "Μπακαλούμος"
με καταγωγή από τον Τυρό.
"Γίγαντα του Λεωνιδίου", αποκάλεσε το κατάστημα του Μπακαλούμου,
ο χρονικογράφος Μιχάλης Σκαραντάβος,
σε ένα άρθρο του που δημοσιεύθηκε το 1972,
στην εφημερίδα "Κυνουριακή Γωνιά".
Αναφέρει ανάμεσα σε άλλα:
"..Η φήμη του Μπακαλουμέικου, έφτανε ώς και σε αυτή την μακρινή Αμερική.
ο χρονικογράφος Μιχάλης Σκαραντάβος,
σε ένα άρθρο του που δημοσιεύθηκε το 1972,
στην εφημερίδα "Κυνουριακή Γωνιά".
Αναφέρει ανάμεσα σε άλλα:
Πασίγνωστο στον εμπορικό κόσμο της Μαρσίλιας, της Οντέσσας, της Βάρνας,
της Αλεξάντριας, της Πόλης και της πανέμορφης Σμύρνης...
..Απέραντοι χώροι, στεγασμένοι ή όχι,
βαρυοφορτωμένοι με λογής λογής πραμάτειες.
Το μεγαλοκατάστημα ήτανχωρισμένο σε σειρά από τμήματα.
Εμπορικό, ξυλεία, άλευρα, γραφικά,
σχολικά, σιδηρικά, οικοδομικά, μπακαλική,
υποδηματοποιείο, υαλικά, ποτοπωλείο και μπαχαρικά,που έπνιγαν με τα μεθυστικά τους αρώματα, όλους εκείνους τους τεράστιους χώρους του μαγαζιού..."
Και το σπουδαιότερο όλων..
Πολλοί ήταν εκείνοι ,
που εμπιστεύονταν τις οικονομίες τους
στον Μπακαλούμο
και βεβαίως εκεί εξαργυρώνονταν
και τα τσεκ που έρχονταν,
από τους μετανάστες της Αμερικής.
Απ ότι φαίνεται λοιπόν το κατάστημα, εκτεινόταν σε πολλά τετραγωνικά μέτρα, με διάφορα τμήματα και ανάλογους υπαλλήλους σε κάθε του τμήμα.
Στην περιοχή του κάμπου προς την Πλάκα, ο Παν.Τσουκάτος διατηρούσε χοιροστάσια και άλλα ζώα των οποίων εμπορευόταν το κρέας.
Τον καφέ τον εισήγαγε κατ ευθείαν από την Βραζιλία.
Ακόμη ήταν αποκλειστικός αντιπρόσωπος στρατιωτικών ειδών απο το εξωτερικό, με τα οποία προμήθευε τότε, τον ελληνικό στρατό.
~~~~~~~~~~~~~~~~~
Και συνεχίζει ο Μ.Σκαραντάβος.." ..Τα καραβάνια με τα αλογομούλαρα ξεκινούσαν νύχτα από τα χωριά τους.
Ένα από τον Κοσμά, κι ένα άλλο από το ολόδροσο Παληοχώρι.
Και τα δύο πολύχρωμα ,πλουμιστά και λουσάτα.
Ενα τρίτο ερχόταν από τα Μαριοχώρια.Οι Γαρατζιώτες, οι μυλωνάδες, οι νεροτριβιάρηδες ...
..Νάτο και το τέταρτο καραβάνι.
Ροβολάει καμαρωτό τις Μελανιώτικες κορδέλλες , φάτσα στους Αγίους Πάντες.
Τούτο το τελευταίο είναι και το πιό μπιχλιμπιδωτό. Με τα πανώρια φακιόλια οι όμορφες Τσακωνοπούλες, τις πολύχρωμες γαιτανοποδιές και κείνα τα ανάλαφρα πασουμάκια τους,
που δίνανε φτερά στα λιγνοπόδαρά τους.
Οι λευκοπουκαμισσάδες , με την αλατζαδένια κοντοφουστανέλλα που τόση λεβεντιά τους χάριζε,
που την τόνιζαν και κείνα τα κοντά μαυρομάντηλα στημένα με ιδιαίτερη φροντίδα στην κεφαλοκορφή τους.
Ήταν οι Τυριώτες,οι Σαπουνακιώτες, οι Περαμελανιώτες, όλο το "βερυ-ταμπλ" της Τσακωνιάς..."
"..Με εκείνο το απίθανα τρανό μαγαζί, γίνονταν μεγάλο και ονομαστό το Λενίδι μας.
Κι ήταν ο κυρ Παναγιώτης πάντοτε ήρεμος.
Πράος από φυσικού του, μέλι έτρεχε από το στόμα του στα χίλια τόσα καλωσορίσματα της κυριακάτικης δουλειάς.
Γνώριζε όλο εκείνο το αναρίθμητο πλήθος με τα μικρά τους ονόματα και ήξερε την κατάσταση που επικρατούσε στο σπίτι του καθενός.
Ένώ οι χαιρετούρες δεν είχαν τελειωμό, τα μάτια του παρακολουθούσαν και το παραμικρό στην κοσμοχαλασιά που έφερνε η πρωινή εκείνη πελατεία.
Τίποτα δεν του ξέφευγε.
Όλοι τον αγαπούσαν. Οι ξένοι , οι γειτόνοι, οι πελάτες,
η Τσακωνιά, το Λενίδι.
Προ παντός αυτό , δεν θα ξεχάσει ποτέ , τον αγνό εκείνο και τόσο δημιουργικό άνθρωπο..
Και ασφαλώς δεν θα ξεχάσει και εκείνα τα τόσο γραφικά καραβάνια, που τις Κυριακάδες και τις γιορτάδες,
έκαναν να ομορφαίνει το Λενίδι μας και να μας πλημμυρίζει από ζωντάνια."
Πολλά χρόνια αργότερα, ο λαογράφος και ιστορικός Θανάσης Κωστάκης (1907-2006),
θα γράψει στο άρθρο του " ΜΝΗΜΕΣ" :
"..Το μεγαλύτερο κατάστημα την εποχή εκείνη, ήταν του Μπακαλούμου..
Ήταν πάντοτε γεμάτο, προπάντων όμως τις Κυριακές, όταν πλημμύριζε από πελάτες,
από τους γύρω δήμους-Λιμναίων, Μαριού και Σελινούντος.
..Πολλοί έρχονταν από τα Μέλανα, Πραγματευτή, Τσιτάλια, Πούλιθρα, Κοσμά, Αη Βασίλη..
Λιγώτεροι οι Τυριώτες -ήταν πιο μακριά αυτοί- τους βλέπαμε από το χωριό να περνούν ψηλά από τον δρόμο της εκκλησίας και όχι από την παραλία που ήταν μακρύτερα.
..Στόλιζαν τα σαμάρια των ζώων τους με καθαρές μαντανίες, συζητούσαν δυνατά και όταν ήταν μόνοι τους και ταξίδευαν νύχτα, τα τραγούδια τους ακούγονταν μέχρι το χωριό.
Εψώνιζαν τα πάντα από το Λενίδι...
Οι ταβέρνες του Λενιδιού βρίσκονταν προς τα πάνω, εκεί προς του Μπακαλούμου και κανείς αν ήθελε, δεν έμενε νηστικός..."
Κι ήταν ο κυρ Παναγιώτης πάντοτε ήρεμος.
Πράος από φυσικού του, μέλι έτρεχε από το στόμα του στα χίλια τόσα καλωσορίσματα της κυριακάτικης δουλειάς.
Γνώριζε όλο εκείνο το αναρίθμητο πλήθος με τα μικρά τους ονόματα και ήξερε την κατάσταση που επικρατούσε στο σπίτι του καθενός.
Ένώ οι χαιρετούρες δεν είχαν τελειωμό, τα μάτια του παρακολουθούσαν και το παραμικρό στην κοσμοχαλασιά που έφερνε η πρωινή εκείνη πελατεία.
Τίποτα δεν του ξέφευγε.
Όλοι τον αγαπούσαν. Οι ξένοι , οι γειτόνοι, οι πελάτες,
η Τσακωνιά, το Λενίδι.
Προ παντός αυτό , δεν θα ξεχάσει ποτέ , τον αγνό εκείνο και τόσο δημιουργικό άνθρωπο..
Και ασφαλώς δεν θα ξεχάσει και εκείνα τα τόσο γραφικά καραβάνια, που τις Κυριακάδες και τις γιορτάδες,
έκαναν να ομορφαίνει το Λενίδι μας και να μας πλημμυρίζει από ζωντάνια."
~~~~~~~~~~~~~~~
θα γράψει στο άρθρο του " ΜΝΗΜΕΣ" :
"..Το μεγαλύτερο κατάστημα την εποχή εκείνη, ήταν του Μπακαλούμου..
Ήταν πάντοτε γεμάτο, προπάντων όμως τις Κυριακές, όταν πλημμύριζε από πελάτες,
από τους γύρω δήμους-Λιμναίων, Μαριού και Σελινούντος.
..Πολλοί έρχονταν από τα Μέλανα, Πραγματευτή, Τσιτάλια, Πούλιθρα, Κοσμά, Αη Βασίλη..
Λιγώτεροι οι Τυριώτες -ήταν πιο μακριά αυτοί- τους βλέπαμε από το χωριό να περνούν ψηλά από τον δρόμο της εκκλησίας και όχι από την παραλία που ήταν μακρύτερα.
..Στόλιζαν τα σαμάρια των ζώων τους με καθαρές μαντανίες, συζητούσαν δυνατά και όταν ήταν μόνοι τους και ταξίδευαν νύχτα, τα τραγούδια τους ακούγονταν μέχρι το χωριό.
Εψώνιζαν τα πάντα από το Λενίδι...
Οι ταβέρνες του Λενιδιού βρίσκονταν προς τα πάνω, εκεί προς του Μπακαλούμου και κανείς αν ήθελε, δεν έμενε νηστικός..."
Πράγματι, γύρω από το κτίριο του Μπακαλούμου υπήρχαν διάσπαρτες ταβέρνες και καπηλειά .Σε κάποια μέρη στους τοίχους, υπάρχουν ακόμη οι χαλκάδες που έδεναν τα μουλάρια τους οι πελάτες του μαγαζιού, μέχρι να ολοκληρώσουν τις αγορές τους.
Ο πάνω όροφος του κτιρίου αποτελούσε την κατοικία της οικογένειας Μπακαλούμου.
Το εσωτερικό του σπιτιού όπως είναι σήμερα.
Η θέα από το μπαλκόνι του σπιτιού
Κάτω από το μαγαζί υπήρχε υπόγεια στοά με αποθήκες,
η οποία αποτελούσε ένα πέρασμα για ανθρώπους
και ζώα προς την κάτω μεγάλη πλατεία.
η οποία αποτελούσε ένα πέρασμα για ανθρώπους
και ζώα προς την κάτω μεγάλη πλατεία.
~~~~~~~~~~~~~~~~~
Ο Παναγιώτης Τσουκάτος είχε παντρευτεί την Άννα Γεωργίτση
από το Λεωνίδιο και απέκτησαν δύο κόρες την Ρήνα και την Έλλη
από το Λεωνίδιο και απέκτησαν δύο κόρες την Ρήνα και την Έλλη
Η Ρήνα παντρεύτηκε τον Ι.Παπαμιχαλόπουλο και η Έλλη
τον Ευάγγελο Τόγια, από την Κάρυστο της Εύβοιας.
τον Ευάγγελο Τόγια, από την Κάρυστο της Εύβοιας.
Και οι δύο προέρχονταν από οικογένειες εφοπλιστών.
Ο Ευάγγελος Τόγιας μάλιστα, ανάμεσα σε άλλα, είχε αγοράσει και το θρυλικό
ατμόπλοιο "Μοσχάνθη" το οποίο αλώνιζε για πάρα πολλά χρόνια τις Κυκλάδες.
ατμόπλοιο "Μοσχάνθη" το οποίο αλώνιζε για πάρα πολλά χρόνια τις Κυκλάδες.
Το 1948 δρομολογεί ένα ακόμη πλοίο το "Κωστάκης Τόγιας"
που έφερε το όνομα του γιού τους Κωνσταντίνου .
Ο μικρός Κωστάκης ένα χρόνο μετά , έχασε την ζωή του,
πέφτοντας από την σκάλα του πλοίου που είχε το όνομά του.
Η Άννα Τσουκάτου με τους γαμπρούς της Γιάννη Παπαμιχαλόπουλο
και Ευάγγελο Τόγια.Ο Γιάννης Παπαμιχαλόπουλος ανέλαβε
να συνεχίσει την επιχείρηση του Παναγιώτη Τσουκάτου.
και Ευάγγελο Τόγια.Ο Γιάννης Παπαμιχαλόπουλος ανέλαβε
να συνεχίσει την επιχείρηση του Παναγιώτη Τσουκάτου.
Πολύ σύντομα όμως επήλθε το άδοξο τέλος του Μπακαλουμέικου.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Ευχαριστώ πολύ για την βοήθειά τους,
τον κ. Κώστα Τροχάνη απο τον Δήμο Λεωνιδίου
και τον φιλόλογο και προϊστάμενο του τοπικού Ιστορικού Αρχείου, κ.Αριστείδη Κορολόγο.
Ο κ.Αριστείδης Κορολόγος στριμωγμένος ανάμεσα σε ντάνες από χαρτιά και φακέλλους,
που κλείνουν μέσα τους, την τόσο μακρόχρονη και σημαντική ιστορία αυτού του τόπου.